ΠΕΡΣΙΚΟ ΑΜΦΙΒΙΟ ΙΠΠΙΚΟ

Αμφίβιο ιππικό: το μυστικό όπλο του Ξέρξη και η εξόντωσή του

Δρ. Μανούσος Καμπούρης

Το εντυπωσιακότερο  νούμερο του  Ηροδότου  είναι αναμφίβολα οι 80.000 ιππείς  του Μεγάλου Βασιλιά. Πρόκειται  για  το ογκωδέστερο ιππικό σώμα της  Αρχαίας Ιστορίας, που όμως έπαιξε ένα δυσανάλογα μικρό ρόλο στην εισβολή, με εξαίρεση την Μάχη των Πλαταιών όταν η Περσική πλημμυρίδα είχε γυρίσει σε άμπωτη.  Υπήρξε αυτή η δύναμη; Και αν ναι, πώς χάθηκε σε υποσημειώσεις της ιστορίας στην κρίσιμη χρονιά της εισβολής, το 480 πΧ;

Ακόμη και στη μάχη των Γαυγαμήλων  το 331 πΧ, ο Δαρείος Γ’  διέθετε μόλις τους μισούς ιππείς από τον αριθμό που αναφέρει ο Ηρόδοτος για τον Ξέρξη. Φυσικά εκεί είχε ήδη χάσει την μισή του αυτοκρατορία, αλλά όχι τις πλέον παραγωγικές ιπποτρόφους χώρες, ενώ η μάχη δινόταν υπέρ πάντων.

Είναι λοιπόν το νούμερο 80.000 πραγματικό; Δεν γνωρίζουμε. Όμως ρεαλιστικό είναι, διότι επί μακεδονικής κατοχής της Περσικής αυτοκρατορίας, μόνο οι ανατολικές Σατραπείες δίνουν 30.000 ιππείς σε ελληνιστικό στράτευμα, και αυτό μετά από τις φοβερές ανθρωποσφαγές των ετών 329-327 πΧ στις Σατραπείες αυτές.  Η Θήβα, η Αθήνα και η Σπάρτη μαζί παρέτασσαν μόλις 2600 ιππείς στις αρχές του 4ου αιώνα, αλλά η Μακεδονία και η Θεσσαλία περί τις 5.000 στην εποχή του Αλεξάνδρου, ενώ η Θεσσαλία μόνη περί τις 8.000 επί Ιάσωνα των Φερρών μόλις έναν αιώνα μετά τον Ξέρξη. Ένα σύνολο 20.000 ιππέων για την Ελλάδα δυτικά του Στρυμώνα δεν θα ήταν μακριά από την αλήθεια…

Ομάδα Μάχης Ελληνικού πολεμικού πλοίου - σε πρώτο πλάνο βαριά οπλισμένος Επιβάτης (Πεζοναύτης) φέρων ναυτικό δόρυ.  Φωτογραφία Ανδρέας Σμαραγδής

Ομάδα Μάχης Ελληνικού πολεμικού πλοίου – σε πρώτο πλάνο βαριά οπλισμένος Επιβάτης (Πεζοναύτης) φέρων ναυτικό δόρυ. Φωτογραφία Ανδρέας Σμαραγδής

Όλο αυτό το ιππικό που διέθετε ο Ξέρξης ήρθε μαζί του; Αμφίβολο. Διότι προκύπτει το ερώτημα «μέχρι πού τον ακολούθησε;». Μέχρι να φτάσει στη Θέρμη, στη σημερινή Θεσσαλονίκη, δεν υπήρχε πρόβλημα. Όμως μετά, εισβάλλοντας στη Θεσσαλία, όλη αυτή η ιππική δύναμη έπρεπε να συντηρηθεί, σε βάρος φυσικά ανθρώπων και λοιπών κτηνών. Στη Θεσσαλία ο Ξέρξης έχει ιππικό μαζί του, αφού κάνει αγώνες με αυτό και το αντίστοιχο θεσσαλικό. Αίνιγμα αποτελεί το γιατί κινήθηκε νοτιότερα προς Θερμοπύλες μέσω Μαγνησίας και Άλου (σημερινός Αλμυρός) και από εκεί δυτικά, στην βόρεια παρυφή του Μαλιακού κόλπου, αντί της ταχείας καθόδου κατά τη σημερινή οδό Λάρισας—Δομοκού-Λαμίας. Θεωρεί καταλληλότερο το δρόμο για τον ίδιο και τη συνοδεία του, τον θεωρεί λιγότερο πιθανό να φυλάσσεται, ή απλά θέλει να βρίσκεται όσο το δυνατόν εγγύτερα στο στόλο του, που θα παραπλέει το Πήλιο; Η παράλληλη κίνηση περσικού ναυτικού από τη μία και χερσαίων δυνάμεων από την άλλη είναι συγχρονισμένη όσον αφορά την άφιξη στο Μαλιακό Κόλπο, κι όχι ως προς την πρόοδο της κίνησης καθεαυτής ανά μέρα. Άρα  αν ισχύει η περίπτωση της ανησυχίας για το στόλο, η διέλευση του Βασιλέως από την περιοχή απ’ όπου είχαν κινηθεί προ ολίγου καιρού οι 10.000 Έλληνες των Θεμιστοκλή και Ευαίνετου προς τα Τέμπη για να τον αναχαιτίσουν προ της Θεσσαλίας ίσως αποσκοπεί στην τρομοκράτηση και υποταγή της περιοχής, προτού χρειαστεί να την προσεγγίσει ο στόλος του.

Στις Θερμοπύλες δεν ακούμε τίποτα για Περσικό ιππικό, αλλά αυτό ίσως οφείλεται στην ακαταλληλότητα του εδάφους για τις επιχειρήσεις του. Μετά τις Θερμοπύλες, η διήγηση του Ηροδότου δεν κάνει λόγο για έφιππη καταδίωξη των υποχωρούντων Ελλήνων. Αν οι υποχωρούντες επέλεξαν την παράλια οδό, ή την μεσογειακή, από την οποία είχαν έρθει, δεν είναι γνωστό. Όμως το Περσικό ιππικό σε άγνωστο έδαφος φαίνεται ότι δεν καταδιώκει, είτε επειδή οι κίνδυνοι είναι σημαντικοί, είτε επειδή δεν είναι έτοιμο. Σε αυτό του Ξέρξη έχουν λείψει οι ζωοτροφές, ενώ το προσαρτημένο στο Στόλο απλά δεν βρίσκεται σε κατάλληλη θέση.

Αντίθετα, η δήλωση της Ιστιαίας στη Β. Εύβοια από τον Περσικό στόλο αμέσως μετά την πτώση των Θερμοπυλών, μάλλον γίνεται δια ιππικού. Η διέλευση του Ξέρξη από την Κεντρική Ελλάδα μπορεί να ερμηνευτεί, ως προς τα αποτελέσματα, και παρουσία και απουσία ιππικού. Σιωπηρά πάντα, το Περσικό ιππικό το ξαναβλέπουμε στην Αττική. Μαζικές και ταυτόχρονες επιδρομές είναι ο μόνος τρόπος να αναφλεγεί ολόκληρη η Αττική, όπως περιγράφεται, σε τόσο λίγο χρόνο μέχρι τη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Με βάση δε την ενοχλητική μας άγνοια για την δίοδο που χρησιμοποίησε ο Ξέρξης για να εισβάλλει από τη Βοιωτία στην Αττική (πιθανολογείται η οδός των Ερυθρών), η αποδοχή του ρόλου του ιππικού είναι μονόδρομος. Ο Παυσανίας αναφέρει Κορινθιακό ναό, προ του τείχους το Ισθμού αλλά σε κορινθιακή επικράτεια, που πυρπολήθηκε από τους Πέρσες. Προφανώς θα επρόκειτο για ιππικό απόσπασμα που κινήθηκε αυτόνομα σε αποστολή αναγνώρισης Μακράς Ακτίνας. Εναλλακτικά, ίσως διήλθε από κάποια από τις δυτικότερες διαβάσεις της Βοιωτίας, σαν αυτή που χρησιμοποίησε το 371 πΧ ο Κλεόμβροτος για να εισβάλλει. Ο Ηρόδοτος όμως αναφέρει ότι οι Πέρσες δεν εισέβαλαν καν στη Μεγαρίδα, κι  έτσι το περιστατικό ίσως να αναφέρεται στην εισβολή του Μαρδόνιου το 479 πΧ κι όχι σε αυτήν του Ξέρξη, ένα χρόνο νωρίτερα.

Από την  άλλη μεριά ο Ηρόδοτος σαφώς αναφέρει την κίνηση του συνολικού Περσικού στρατού και  όχι  προφυλακών και αναγνωριστικών τμημάτων. Βέβαια, αναγνωριστικά τμήματα προφανώς θα είχαν αποσταλεί από τον Ξέρξη για να δουν αν ο Ισθμός ήταν ελεύθερος ή όχι. Προφανώς αυτά τα τμήματα θα  έφεραν πίσω ακριβείς πληροφορίες για τις οχυρώσεις και τον όγκο των δυνάμεων που τον υπεράσπιζαν και οδήγησαν τον Ξέρξη σε διακοπή της χερσαίας εισβολής και προσπάθεια για ναυτική κρίση του αγώνα στη Σαλαμίνα.

Ένα χρόνο αργότερα, το ιππικό του Μαρδόνιου αναπτύσσει   έντονη δράση, αλλά οι Ασιατικές ιππικές δυνάμεις, που περιλαμβάνουν το σύνολο των ιππικών σωμάτων Περσών, Μήδων και μερικών άλλων λαών, φαίνεται να αριθμούν χιλιάδες, κι όχι δεκάδες χιλιάδες ιππείς. Αν ο αριθμός του Ηροδότου για 300.000 Ασιάτες (πολεμιστές ή και βοηθητικούς) είναι αληθής, το ιππικό μπορεί να  έχει μια οροφή 30.000 ανδρών, όμως οι επιχειρήσεις και ο ρόλος του ιππικού στη μάχη συμφιλιώνονται περισσότερο με έναν αριθμό περί το 1/10 ως το ¼ αυτού. Η συντήρηση το χειμώνα του 480-479 πΧ στη Θεσσαλία ενός τέτοιου ιππικού σώματος είναι λογικότερη και περισσότερο εφικτή, ενώ, εντυπωσιακά, ο Διοικητής Ιππικού του Μαρδόνιου το 479 πΧ στις Πλαταιές δεν είναι κανείς από τους 3 διοικητές ιππικού της στρατιάς Εισβολής του 480 πΧ.

Με όλα αυτά, αλλά και με την παραδοχή ότι ένα σώμα 10.000 ιππέων ήταν απολύτως επαρκές για να κάψει την Αττική το καλοκαίρι του 480 πΧ και σαφώς ευκολότερο να συντηρηθεί, προκύπτει το ερώτημα: πού είναι το ιππικό του Ξέρξη; Αφέθηκε προ των Θερμοπυλών βορειότερα, για επόμενη φάση της εκστρατείας; Κατάλληλες προς αυτό περιοχές θα ήταν η πεδιάδα του Στρυμόνα ή του Αξιού, και ανατολικότερα η θρακική πεδιάδα του Δορίσκου, όπου θα επιτηρούσε πιθανές Σκυθικές αναστατώσεις. Οι άλλες δύο πεδιάδες της Μακεδονίας επέτρεπαν ευκολότερες επιθετικές κινήσεις στη βόρεια Βαλκανική. Το πρόβλημα είναι ότι και οι 3 περιοχές, μετά τη Σαλαμίνα, εμφανίζονται κενές ικανών περσικών δυνάμεων και επισφαλείς. Ο Αρτάβαζος με ένα σώμα στρατού 60.000 ανδρών – και πιθανώς και οι Αθάνατοι υπό τον Υδάρνη – συνοδεύουν τον Ξέρξη στην επιστροφή του στην Ασία και καταστέλλουν εξεγέρσεις, ως αν ο Περσικός στρατός να είχε διαλυθεί!

Η ναυτική διάσταση

Στη ναυμαχίας της Λάδης το 494 πΧ, ο Περσικός στόλος φαίνεται να επιδιώκει την κατάληψη με εισπήδηση (ρεσάλτο) επί των εχθρικών (Ιωνικών) πλοίων, και να βρίσκει σφοδρή αντίσταση από τα πολυμελή επιβατικά αγήματα των Χίων. Το ίδιο φαίνεται να γίνεται και στην εκστρατεία του Ξέρξη. Η Φοινικική επιτυχία στις Βόρειες Σποράδες το 480 πΧ, οι Αιγυπτιακές επιτυχίες κατά των Αθηναίων στο Αρτεμίσιο και οι Ιωνικές (ιδίως Σαμιώτικες) στη Σαλαμίνα, αφορούν κατάληψη πλοίων. Ο Ξέρξης επιζητεί, διατάσσει ή διαπραγματεύεται την σύλληψη και κατάληψη,  όχι την καταβύθιση ή πυρπόληση των εχθρικών πλοίων. Αν αυτό γίνεται λόγω τακτικού δόγματος, για οικονομικούς λόγους, ή επειδή θέλει να επαυξήσει το ναυτικό του (στις πρώτες φάσεις για τη συνέχιση των επιχειρήσεων σε δυτική Ελλάδα, Ιταλία και Αδριατική, αλλά αργότερα για αναπλήρωση των τεράστιων απωλειών από τα ναυάγια και τη ναυμαχία του Αρτεμισίου) είναι άγνωστο. Αλλά το ότι οι Πέρσες πολεμούν με εισπήδηση και  όχι με εμβολισμό φαίνεται σαφώς: μόνο δύο Περσικοί εμβολισμοί καταγράφονται στη Σαλαμίνα, αυτός  της Αρτεμισίας σε φίλιο πλοίο και ένας κανονικός από Σαμοθρακικό πλοίο.

Βαριά οπλισμένος Επιβάτης (Πεζοναύτης) Ελληνικού πολεμικού πλοίου. Αντιπροσωπευτική εικόνα που αντίκριζαν οι Πέρσες ναυμάχοι σε Σαλαμίνα και Αρτεμίσιο. Φωτογραφία Ανδρέας Σμαραγδής

Βαριά οπλισμένος Επιβάτης (Πεζοναύτης) Ελληνικού πολεμικού πλοίου. Αντιπροσωπευτική εικόνα που αντίκριζαν οι Πέρσες ναυμάχοι σε Σαλαμίνα και Αρτεμίσιο. Φωτογραφία Ανδρέας Σμαραγδής

Καθώς στη Σαλαμίνα ο Περσικός στόλος δεν είχε αποστολή αμφίβιας εφόδου, όπως στο Μαραθώνα, θα διέθετε επιβατικά τμήματα αρκετά ισχυρά, για να διεξάγουν την μάχη εισπήδησης που προγραμμάτιζε, αλλά όχι τόσο ογκώδη ώστε να μειώσουν δραματικά την ταχύτητα και την ελικτικότητα των πλοίων. Ένας αριθμός 40 επιβατών ίσως να είναι ο καταλληλότερος, καθώς αυτόν είχαν υιοθετήσει οι Χίοι στα Λάδη το 494 πΧ και μάλλον δεν είχε ενσκήψει κανένας παράγων που να έχει οδηγήσει τους Πέρσες σε αναθεώρηση. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ιθαγενή επιβατικά τμήματα  ενισχυμένα από Μήδους, Πέρσες και Σάκες σε κάθε πλοίο. Η ενίσχυση προφανώς αφορούσε την τήρηση της πειθαρχίας, όπως αργότερα, με τους Βασιλικούς Πεζοναύτες στα Αγγλικά πλοία. Για  να έχει νόημα αυτή η προσέγγιση, το Περσομηδικό επιβατικό τμήμα πρέπει να είναι σαφώς πολυπληθέστερο του ιθαγενούς, κυρίως αφού το ερετικό στις τριήρεις ήταν πολυάριθμο και αμιγώς ιθαγενές. Έτσι, μια αναλογία 1 προς 3 στους επιβάτες είναι λογική, κυρίως αφού οι Πέρσες χρησιμοποιούν δεκαδική οργάνωση στο στρατό τους. Εξίσου σημαντικό είναι ότι ο Ηρόδοτος γράφει για Πέρσες, Σάκες και Μήδους κι  όχι για Πέρσες, Σάκες ή Μήδους. Η έκφραση ίσως να μην είναι αυστηρή και να χρησιμοποιείται διασταλτικά, αλλά έχουμε κάθε λόγο να υποθέσουμε ότι σε κάθε πλοίο δεν υπήρχε μόνο μια, συμπαγής ομάδα επιβατών (είτε Πέρσες, είτε Σάκες, είτε Μήδοι) αλλά κάποιο μείγμα αυτών, προφανώς βασισμένο στη δεκάδα- δαταμπάμ που είναι η μικρότερη τακτική μονάδα στον Περσικό στρατό. Από αυτήν την παραδοχή μπορούμε να προχωρήσουμε, υποθετικά, στο ότι αφού υπήρχαν 3 δαταμπάμ βασιλικών επιβατών σε κάθε πλοίο, πιθανότατα να προέρχονταν μία από κάθε μία από τις τρεις προαναφερθείσες εθνότητες. Μια τέτοια κανονικοποίηση θα έδινε ομοιόμορφες δυνατότητες στο επιβατικό  τμήμα κάθε πλοίου, που  ήταν σημαντικός παράγων για την αγαστή σύμπραξη των διαφόρων μοιρών, αλλά πιθανώς έγινε και για πρακτικότερο λόγο: Κάθε ένα από τα τρία βασικά είδη πολεμιστών θα προσέδιδε συγκεκριμένες δυνατότητες. Πχ οι Σάκες σχεδόν σίγουρα ήταν τοξότες.

Ποιες μονάδες του Περσικού στρατού επιβιβάζονταν; Οι βαρείς πεζικάριοι Σπαραμπάρα μάλλον όχι, καθώς οι μεγάλες τετράγωνες ασπίδες δυσχεραίνουν την εισπήδηση σε εποχές που δεν έχει εφευρεθεί η αποβάθρα εφόδου. Αν ο Κ Ράδος τον 19ο αιώνα είχε δίκιο στην αντιπαραβολή της Σαλαμίνας με μεσαιωνικές πρακτικές, και αν ο Αισχύλος, που ήταν παρών, δεν υποτιμηθεί με την «ποιητική  άδεια» είναι πολύ πιθανό τα Περσομηδικά τμήματα επί των πλοίων να είναι ιππείς. Καθώς το Περσικό ιππικό δεν είναι τοξότες, γίνεται αντιληπτή η ανάγκη προσθήκης των Σακών που τοξεύουν από άλογο, για να αποκατασταθεί μια  βλητική επάρκεια στο Περσικό επιβατικό τμήμα. Ο Αισχύλος, καθώς οι Έλληνες νίκησαν και απέκτησαν αιχμαλώτους αλλά και την Περσική γραμματεία (στις Πλαταιές), μπορεί να μην χρησιμοποίησε τυχαία Περσικά ονόματα από τη φαντασία του, αλλά πραγματικά πρόσωπα – για τα οποία πληροφορήθηκε η – και σκηνές που είδε ή/και του διηγήθηκαν συμπολεμιστές του. Και στους «Πέρσες» κάνει σαφή την ύπαρξη αξιωματικών το ιππικού επί των Βασιλικών πλοίων. Άλλωστε, η πραγματικότητα ήταν ένα δράμα σαφώς δραματικότερο του φανταστικού, και η αναφορά της στο έργο του επαρκής από μόνη της, χωρίς φτερουγίσματα της φαντασίας…

Όλα αυτά σχηματίζουν μια ολοκληρωμένη εικόνα: οι παράλιες περιοχές της Αυτοκρατορίας εκστρατεύουν μόνο με τον «κατά θάλατταν στρατό», που απορροφά τεράστιο ανθρώπινο δυναμικό: αν η βάση του Περσικού στόλου είναι Ελληνικού τύπου τριήρεις (κάτι αμφίβολο) μιλάμε για 1200 πλοία Χ 170 κωπηλάτες, δηλαδή 200 χιλιάδες άνδρες περίπου. Σε αυτό πρέπει να προστεθεί ο αριθμός των πληρωμάτων μεταγωγικών και εμπορικών σκαφών και πλοίων, και τουλάχιστον 10 πεζοναύτες ανά Περσικό πολεμικό. Αυτοί είναι ντόπιοι και αριθμούν 12.000 άνδρες περίπου. Για ναυμαχίες ενισχύονται με Πέρσες, Μήδους και Σάκες. Οι τελευταίοι σε μεγάλο βαθμό πρέπει να είναι έφιπποι. Έτσι, καθώς τα άλογά τους βρίσκονται σε ιππαγωγά πλοία, στις προσαιγιαλώσεις του στόλου μετατρέπονται σε ιππικό και καταλαμβάνουν αστραπιαία εκτενείς περιοχές. Εκτός από την λεηλασία της Ιστιαίας στη Β. Εύβοια μετά την υποχώρηση από τις Θερμοπύλες και το Αρτεμίσιο, που έγινε από ιππικό, αλλά όχι από τον Ξέρξη που ουδέποτε πλησίασε τη θάλασσα νοτίως της Θεσσαλίας και βορείως της Αττικής, έχουμε κι άλλες ενδείξεις.  Όλη η Ελληνική ακτή καταλαμβάνεται και ελέγχεται από το στόλο. Αναφέρεται αυτό ρητά για την Χερσόνησο του Πηλίου και συνάγεται από το τέχνασμα του Θεμιστοκλή με τα μηνύματα σε σημεία υδροληψίας για τους Ίωνες. Ο στρατός του Ξέρξη κινείται μεσογειακά, άρα όλα αυτά αφορούν το στόλο. Τέλος, ο ελιγμός του Δάτι το 490 πΧ, αν τον συλλαμβάνουμε ορθά, προς Φάληρο, όσο οι Αθηναίοι είναι στο Μαραθώνα, ερμηνεύεται μόνο με την αποδοχή του ιππικού, που μπορούσε να καλύψει ταχύτατα την απόσταση Φάληρο-Αθήνα και να επιπέσει στην αιφνιδιασμένη πόλη προτού ενεργοποιηθούν αντίμετρα και όσο επικρατεί η σύγχυση.

Επιβάτης (Πεζοναύτης) Ελληνικού πολεμικού πλοίου. Χωρίς βαριά θωράκιση, φέρων βαρύ ναυτικό δόρυ, περικεφαλαία και Αργολική Ασπίδα. Αντιπροσωπευτική εικόνα που αντίκριζαν οι Πέρσες ναυμάχοι σε Σαλαμίνα και Αρτεμίσιο. Φωτογραφία Σύλλογος Ιστορικών Μελετών ΚΟΡΥΒΑΝΤΕΣ

Επιβάτης (Πεζοναύτης) Ελληνικού πολεμικού πλοίου. Χωρίς βαριά θωράκιση, φέρων βαρύ ναυτικό δόρυ, περικεφαλαία και Αργολική Ασπίδα. Αντιπροσωπευτική εικόνα που αντίκριζαν οι Πέρσες ναυμάχοι σε Σαλαμίνα και Αρτεμίσιο. Φωτογραφία Σύλλογος Ιστορικών Μελετών ΚΟΡΥΒΑΝΤΕΣ

Χάρη λοιπόν στα ιππαγωγά πλοία (άγνωστο αν επρόκειτο για εξειδικευμένες σχεδιάσεις ή για διασκευασμένες τριήρεις, όπως γινόταν στην Περικλεϊκή Αθήνα) το περσικό ιππικό συνδυάζεται με το ναυτικό: στο τακτικό επίπεδο, αφιππευμένο παρέχει πρώτης τάξεως αγήματα εμβολής στα πλοία για τις ναυμαχίες, αφού οι άνδρες του είναι καλά εκπαιδευμένοι και οπλισμένοι μαχητές, με φρόνημα και αυστηρή επιλογή. Στο στρατηγικό επίπεδο αποκτά το ίδιο μια στρατηγική διάσταση που δεν είχε, αποκτώντας πρόσβαση σε περιοχές που καλύπτονται από εμπόδια πρόσβασης κατά τις χερσαίες οδεύσεις, ενώ προσφέρει αντίστοιχη στρατηγική ή έστω επιχειρησιακή διάσταση στις ναυτικές αμφίβιες επιχειρήσεις: κατά την απόβαση επεκτείνει άμεσα την ελεγχόμενη περιοχή κατά 10 ή 20 χλμ προς την ενδοχώρα με ταχύτητα που παραλύει κάθε αντίσταση, προτού δηλαδή συνεγερθούν, ετοιμαστούν και συγκεντρωθούν αποσπάσματα επάκτιας άμυνας από βαρύ πεζικό και σπεύσουν στην ακτή. Προτού καν ξεκινήσουν, κτυπώνται και κατακόπτονται στάγδην από το ιππικό, κάτι που πυροδοτεί έτι μεγαλύτερο πανικό και επιφέρει παράλυση. Η μαζικότητα του Περσικού αμφίβιου ιππικού το διαφοροποιεί σημαντικά από τα μικρά αποσπάσματα στις εκστρατείες του Περικλή, όπου το αμφίβιο όπλο κρούσης ήταν το οπλιτικό πεζικό, με το ιππικό σε ρόλους αναγνώρισης, καταδίωξης και γενικά υποστήριξης.

Ομολογουμένως, η αμφίβια χρήση ιππικού κρούσης δεν είναι νέα: η Τρωική εκστρατεία την υπαινίσσεται, αφού μεγάλο τμήμα του Ελληνικού στρατεύματος είναι ιππήλατο αρματικό, με τα δικά του άλογα εξ’ Ελλάδας και όχι με αποκτήματα από την Τροία, ενώ ο θεός της θάλασσας Ποσειδών είναι και θεός των αλόγων. Αυτά τα άλογα ήρθαν προφανώς δια θαλάσσης, όπως και τα άρματα (πιθανώς αποσυναρμολογημένα). Στο στράτευμα του Αγαμέμνονα όμως αρματικό ήταν μόνο οι ευγενείς. Άρα η μαζικότητα της χρήσης αμφίβιου ιππικού και η πρόταξη έφιππου, και όχι αρματικού ιππικού για το ρόλο αυτό, αποτελούν μάλλον Περσικές προσθήκες στην ανάπτυξη της πολεμικής επιστήμης.

Αν αυτοί οι υπολογισμοί ευσταθούν, η Σαλαμίνα ήταν πραγματική καταστροφή όχι μόνο για τον Περσικό στόλο αλλά και για τον περσικό στρατό. Η απώλεια 200 πλοίων κατ’ ελάχιστον, με δεδομένο ότι η ναυμαχία έγινε μακριά από τα περσικά τμήματα ξηράς, εκτός από τεράστιες απώλειες ερετικού, επέφερε και την απώλεια 6.000 Βασιλικών Επιβατών (Περσών, Μήδων και Σακών). Άσχετοι από κολύμπι, βαριά οπλισμένοι και ενδεδυμένοι, πρωτεύων στόχος των Ελληνικών αγημάτων αλλά και των νόμων της πλευστότητας θα είχαν σχεδόν ολοκληρωτικά ποσοστά απωλειών όταν βυθιζόταν ή αιχμαλωτιζόταν το πλοίο τους. Αν και αποτελούν μικρό ποσοστό των ολικών αριθμών (7,5% του ολικού αριθμού του ιππικού που δίνει ο Ηρόδοτος, και μάλλον αντίστοιχο των εθνοτικών οικείων σωμάτων, είναι αναμφίβολα επίλεκτοι άνδρες. Ακόμη περισσότερο η φρουρά της Ψυτάλλειας, μόλις 300 άνδρες αλλά με τρία μέλη της βασιλικής οικογένειας, προφανώς διοικητές  (Χαζαραπάτις) των τριών εκατονταρχιών (χαζαραμπάμ). Αυτό υπαινίσσεται ότι ίσως προέρχονταν από το σώμα των Συγγενών του Βασιλέως, που μάλλον ταυτίζεται με τους Αθάνατους, εξαιτίας κακής απόδοσης στον Ηρόδοτο της περσικής λέξης Anûšiya (Σύντροφοι, Συγγενείς, Εταίροι) ως Anauša (Αθάνατοι) από την πηγή του, και πιθανώς απετέλεσε το πρότυπο για την ονομασία του Μακεδονικού αριστοκρατικού ιππικού των Εταίρων. Με τέτοιες διακεκριμένες απώλειες, η πτώση ηθικού στον Περσικό στρατό – πολλώ δε μάλλον στο σύνολο του Βασιλικού στρατεύματος – πρέπει να ήταν βαραθρώδης.

Με πολλά κατεστραμμένα πολεμικά πλοία οι Περσικές ναυτικές συγκοινωνίες καταρρέουν στα μελτέμια του Σεπτεμβρίου. Αλλά γιατί συμβαίνει το ίδιο με τις χερσαίες; Μήπως διότι οι απώλειες της Σαλαμίνας χτύπησαν ακριβώς το κατεξοχήν όπλο επιτήρησης, περιπολίας και ασφάλειας, δηλαδή το ιππικό; Αν αυτό ισχύει, καταλαβαίνουμε το νόημα της άποψης του Μαρδόνιου ότι οι Πέρσες δεν φταίνε για την καταστροφή της Σαλαμίνας, που προκλήθηκε από τους κακούς ξένους υπηκόους του Βασιλιά. Ο λόγος που τονίζει την απουσία σφάλματος των Περσών δεν είναι η ήττα, αλλά οι βαριές Περσικές απώλειες, και δη επιλέκτων ανδρών. Ο Ξέρξης προφανώς θα διαολίστηκε που άκουσε κάτι τέτοιο (ιδίως μετά το ρεζιλίκι των Θερμοπυλών και με δεδομένες τις επιπτώσεις στην ευρύτερη Ευρωπαϊκή εκστρατεία, η οποία πλέον ήταν αδύνατη) και αυτό θα επέτεινε την απόφασή του να τον αφήσει εκεί για το «συμμάζεμα», απόφαση που υποστήριζε τόσο η Μαρδόνιος όσο και η Αρτεμισία.

Δρ. Μανούσος Καμπούρης, Επιστημονικός Συνεργάτης του Συλλόγου ΚΟΡΥΒΑΝΤΕΣ

Copyright of KORYVANTES Association – do not copy or reproduce without permission

Σχολιάστε